21-27 Αυγούστου 1826.
Νέα αποτυχημένη προσπάθεια του Ιμπραήμ να καταλάβει τη Μάνη.
Ήττα στη θέση Πολυάραβος.
Η σημασία των εκστρατειών που πραγματοποίησε ο Αιγυπτιακός στρατός το 1826 εναντίον της Μάνης με την αρχηγία του Ιμπραήμ Πασά είναι πολύ μεγάλη.
Εκείνη την εποχή οι Έλληνες πολιτικοί (Υδραίοι,Κωλλετης) για την εξυπηρέτηση των δικών τους φιλοδοξιών και συμφερόντων είχαν ήδη (από το 1824) αρχίσει τις ραδιουργίες.
Η τότε Κυβέρνηση δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του Έθνους.
Οι δυνάμεις της ξηράς αλληλοεσφάζοντο ο δε Ελληνικός στόλος αδρανούσε λόγω αδιαφορίας των αρμοδίων για την επάνδρωση και τον ανεφοδιασμό του.
Ο Ιμπραήμ εκμεταλλευόμενος τις Ελληνικές αδυναμίες, αποβιβάσθηκε στη Μεθώνη και κατέλαβε τη Μεσσηνιακή χερσόνησο και το Ναυαρίνο.
Με επιδρομές νίκησε στο Μανιάκι, στη Στερεά Ελλάδα και κατέκτησε το Μεσολόγγι.
Ενώ ο Κιουταχής ταλαιπωρούσε την Στερεά Ελλάδα ο Ιμπραήμ διέτρεχε την Πελοπόννησο χιαστί.
Η κατάσταση συνεχώς χειροτέρευε.
Η Μάνη ήταν η μοναδική αξιόλογη περιοχή της Ελλάδας, από άποψης έκτασης,
πληθυσμού, πολεμικού δυναμικού και γεωργικής θέσης, που παρέμενε ακόμη ελεύθερη και δεν είχε πέσει στην κατοχή των Τούρκων ή των Αράβων του Ιμπραήμ που εκστράτευαν για λογαριασμό των Τούρκων.
Εφόσον η Μάνη παρέμενε ελεύθερη στερούσε στον Ιμπραήμ και την Τουρκική διπλωματία του επιχειρήματος ότι τάχα κατέβαλαν την επανάσταση των Ελλήνων στη Μάνη και δια της Μάνης όλη τη χώρα.
Στις 20 Ιουνίου του 1826 οι φρουροί των συνόρων επεσήμαναν τον Ιμπραήμ-Πασά επικεφαλής πολυάριθμου στρατού και πυροβολικού και περιστοιχιζόμενο από εξαιρετικό επιτελείο: «Ούλο από Στσιουλόφραγκους» δηλαδή: όλο από σκυλόφραγκους, όπως αποκαλούσαν οι Μανιάτες τους Γάλλους αξιωματικούς του επιτελείου του.
Οι Μανιάτες νικούν τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ στην περιοχή Πολυάραβος του Ταΰγετου και αποτρέπουν για τρίτη και τελευταία φορά την κατάληψη της Μάνης από τον αιγύπτιο στρατηλάτη.
Η μάχη, που κράτησε όλη την ημέρα, έγινε στις 27 Αυγούστου 1826.
Ο Ιμπραήμ, με τα την αποτυχία του να καταλάβει τη Μάνη από τα δυτικά τον Ιούνιο του 1826, στη Βέργα και τον Διρό, επιχείρησε νέα εκστρατεία από τα ανατολικά αυτή τη φορά, δύο μήνες αργότερα.
Με 4.000 άνδρες κατευθύνθηκε προς την ανατολική πλευρά του Ταΰγετου, υπό τη διαρκή παρενόχληση των Ελλήνων, που προκαλούσαν φθορές στο στρατό με την τακτική του κλεφτοπολέμου.
Η αποφασιστική αναμέτρηση δόθηκε στην τοποθεσία Πολυάραβος (75 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Σπάρτης και 26 χιλιόμετρα βόρεια του Γυθείου), που βρίσκεται σε υψόμετρο 840 μέτρων στο όρος Ζίζαλι της οροσειράς του Ταΰγετου.
Εκεί είχαν οχυρωθεί 2.000 Μανιάτες με αρχηγούς τον Παναγιώτη, Γεώργιο και Νικόλαο Γιατράκο, τον Ηλία Κατσάκο, τον Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και τον Ηλία Τσαλαφατίνο.
Ο Ιμπραήμ εξαπέλυσε ορμητικά κύματα επιθέσεων κατά των Ελλήνων, οι οποίοι όχι μόνο τις απέκρουσαν με επιτυχία, αλλά, κατά τη διάρκεια της ημέρας, πέρασαν στην αντεπίθεση, προξενώντας βαριές απώλειες στον εχθρό, που άφησε 200 νεκρούς στο πεδίο μάχης.
Οι Μανιάτες είχαν μόνο 9 νεκρούς και ισάριθμους τραυματίες, σύμφωνα με τον ιστορικό Σπυρίδωνα Τρικούπη.
ΕΕ21
Η τρίτη ήττα από τους Μανιάτες σε διάστημα δύο μηνών ανάγκασε τον Ιμπραήμ να παραδεχθεί την αδυναμία του να καταλάβει τη Μάνη κι έτσι πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την Τριπολιτσά, όπου έφθασε στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Οι Μανιάτες με τη μελετημένη και γενναία τους αντίσταση κράτησαν αδούλωτη την πατρίδα τους και με το παράδειγμά τους αναπτέρωσαν το ηθικό των άλλων Ελλήνων.
ΥΓ.Την εποχή της Επανάστασης ο Πολυάραβος ονομαζόταν Πολυτσάραβος (δηλαδή τόπος με πολλά τσάρα: αφάνες, ρεϊκια). Πολυάραβος επικράτησε να ονομάζεται παρετυμολογικά, μετά την πανωλεθρία των «Αράβων» του Ιμπραήμ.
Το ισχυρότερο από τα αποσπάσματα του Ιμπραήμ, το οποίο αποτελείτο από έφιππους και πεζούς ανιχνευτές, προχώρησε προς τα Στενά του Καλικά, όπου ήταν και τα κτήματα της γενεάς των Πατσουριάνων.
Στα στενά αυτά μία και μόνο δίοδος υπάρχει προς το χωριό Κονάκια, όπου κατοικούσε η γενεά των Τουρκατζάδων, όπως ονομαζόταν η γενεά.
Η δίοδος αυτή είναι μία δασώδης και απότομη χαράδρα, λόγω δε του γκρεμού είχε την ονομασία «Κρεμαστές Πέτρες».
Επειδή δε σε αυτή γίνονταν συχνότατα κατακρημνίσεις χαλικιών, κατά τους Μανιάτες δε «καλικιών» επειδή δεν μπορούσαν να προφέρουν εύκολα το γράμμα «χ», γι’ αυτό το λόγο πήρε την ονομασία Καλικάς.
Εκεί υπάρχουν και σήμερα τα ερείπια από ένα μικρό ξωκλήσι, αφιερωμένο στη μνήμη της Αγίας Κυριακής, το οποίο χτίστηκε από τα μέλη της γενεάς σε ανάμνηση της πατρογονικής εκκλησίας, η οποία υπήρχε στο οχυρό «Αγία Κυριακή», κοντά στη Νόμια, δίπλα στο «Τηγάνι».
Οι οικογένειες του χωριού Κονάκια δεν είχαν φύγει, γιατί θεωρούσαν ότι ο Ιμπραήμ ήταν μακριά και δεν θα τολμούσαν στρατιώτες του να περάσουν από το στενό.
Παρόλα αυτά οι περισσότεροι από τους κατοίκους των Κονακίων, οι Τουρκατζάδες, είχαν καταλάβει προληπτικά τους πρόποδες της χαράδρας.
Μόλις είδαν την έφιππη εμπροσθοφυλακή την άφησαν να περάσει ανενόχλητη για να της στήσουν ενέδρα.
Αυτή προχώρησε προς τη χαράδρα της Βυζαντινής Μονής των Κονακίων, του Αγίου Γεωργίου, που τότε ήταν περισσότερο απρόσιτη λόγω της πυκνής βλάστησης.
Εκεί όμως δίπλα στο πηγάδι, που διατηρείται μέχρι σήμερα και από το οποίο υδρευόταν μέχρι πριν μερικά χρόνια ολόκληρο το χωριό, είχε πάει ο αδελφός του Αναγνώστη Πατσουράκου, με τη σύζυγό του και το δίχρονο γιο τους για να πάρουν νερό, είχαν δε αφήσει το βρέφος στο πλακόστρωτο του πηγαδιού.
Εκείνη την στιγμή άκουσαν θόρυβο προερχόμενο από οπλές αλόγων και στην ταραχή τους έσπευσαν να κρυφτούν πίσω από έναν πυκνό σχίνο που βρίσκεται ακόμα και σήμερα δίπλα στο πηγάδι.
Στη βιασύνη τους όμως εγκατέλειψαν το αγοράκι τους, δεν είχαν χρόνο να το πάρουν και στην απλότητά τους δεν φαντάζονταν κάτι κακό.
Ο ένας όμως από τους Άραβες ιππείς «προσκόπους» αφιππεύοντας και σύροντας το σπαθί του, σκότωσε το βρέφος.
Η μητέρα του βρέφους βλέποντας το σπλάγχνο της να σφαδάζει, μην υπολογίζοντας τι θα συμβεί, αποκεφάλισε με το κλαδευτήρι της τον απάνθρωπο φονιά του παιδιού της, εν ριπή οφθαλμού, και ξανακρύφτηκε πάλι στο θάμνο….!
Οι άλλοι έφιπποι που ακολουθούσαν, οι περίφημοι «ατλήδες», λόγω του ότι δεν αντιλήφθηκαν πως σκοτώθηκε ο συνάδελφός τους, υποχώρησαν βάζοντάς το στα πόδια και πυροβολώντας άσκοπα για εκφοβισμό.
Τους ιππείς όμως ακολουθούσε απόσπασμα πεζών.
Το πεζικό απόσπασμα των Τουρκο-αιγυπτίων, το οποίο βγαίνοντας από τη χαράδρα του Καλικά, περίμενε τις ειδήσεις των ανιχνευτών, ακούγοντας τους πυροβολισμούς ταράχτηκε.
Πριν όμως συνέρθει από την πρώτη εντύπωση, με ομοβροντία πυροβολισμών από τους αμυνόμενους, κρυμμένους Τουρκατζάδες, εξολοθρεύτηκε τελείως και όπως λέει η παράδοση μόνο ένας σώθηκε, ο οποίος και ανήγγειλε στον Αιγύπτιο Στρατηγό την καταστροφή.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ