Πέρασε και η 28η Οκτωβρίου, η μεγάλη εθνική μας εορτή, που κάθε χρόνο τιμούμε το έπος του 1940, αλλά και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον τουρκικό ζυγό την 26η Οκτωβρίου 1912. Έχει καθιερωθεί να εορτάζεται επισήμως αυτό το τριήμερο, 26-28 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη, με λαμπρές εκδηλώσεις και με αποκορύφωμα τη μεγάλη στρατιωτική παρέλαση. Ιδιαίτερα φέτος που πραγματοποιήθηκε η στρατιωτική παρέλαση, μετά διακοπή δύο ετών λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, η παρέλαση στρατιωτική είχε λάβει πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα, επειδή σε αυτήν θα μετείχαν και τα νέα οπλικά συστήματα του Ελληνικού Στρατού. Παρούσα εκεί Η Πολιτειακή, η Πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος είτε με αυτοπρόσωπη παρουσία των ηγητόρων είτε με αντιπροσώπους. Μετά δε το πέρας της παρελάσεως, όπως έχει θεσπισθεί, οι ηγέτες της χώρας ή οι  εκπρόσωποί τους συνοψίζουν με ένα μήνυμά τους, που στέλνουν σε όλα τα μέσα Μαζικής ενημερώσεως που είναι στημένα εκεί, όσα θέλουν να πουν για τον εορτασμό της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940 και της απελευθερώσεως της Θεσσαλονίκης το 1912. Ειπώθηκαν διάφορα στα λογίδρια των ηγετών και των εκπροσώπων τους από τη «δημοκρατία» μέχρι την «πάλη του λαού».

Δεν ακούστηκε όμως κουβέντα για τα τότε γεγονότα, που υποτίθεται ότι γιορτάζουμε σ’ αυτές τις εθνικές επετείους, ούτε για το 1912, ούτε για το 1940. Παρουσιάστηκε από όλους τους ηγήτορες του σήμερα, μια ακέφαλη Χώρα του τότε, που πολεμούσε και κέρδιζε μάχες και νίκες χωρίς ηγεσία, χωρίς κατεύθυνση, χωρίς σκοπό και στόχο.

Όλοι θαυμάσαμε τη σημερινή παρουσία της στρατιωτικής παρέλασης με τα νέα οπλικά συστήματα και τους άψογους σχηματισμούς, αλλά απογοητευθήκαμε από τις μαθητικές παρελάσεις, που οι μετέχοντες σ’ αυτές, μαθητές και μαθήτριες παρουσίαζαν μια εικόνα όχι καλής συντεταγμένης τάξης, αλλά μιας ομάδας ατόμων με ομοιόμορφες στολές, χωρίς να ενδιαφέρονται, οι μετέχοντες, ούτε για τον βηματισμό τους, ούτε για τη σύνταξή τους, στοιχεία απαραίτητα μιας παρέλασης. Δεν μπορούμε να καταλογίσουμε κάποια ευθύνη στους μαθητές και τις μαθήτριες, αλλά στους υπεύθυνους που οδήγησαν τα παιδιά στην παρέλαση, με αυτή την απαράδεκτη εικόνα «μπουλουκιού» που παρουσιάστηκε. Γιατί με λίγη προσπάθεια των υπευθύνων δασκάλων και καθηγητών τους θα παρουσίαζαν μια εικόνα που θα εξέπεμπε το μήνυμα «άμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρονες» δηλαδή και «εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροί σας», πράγμα που είναι απαραίτητο να γίνεται για να υπάρχει πρόοδος και όχι οπισθοδρόμηση ή αποτελμάτωση.

Επειδή όμως δεν ειπώθηκαν αυτά που έπρεπε να ειπωθούν, για να συνειδητοποιήσει ο Ελληνικός λαός του σήμερα τα γεγονότα που συνέβησαν τότε, θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε τα πραγματικά γεγονότα και όχι τις παραποιημένες ή αποσιωπημένες αλήθειες για να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες. Ας δούμε τα γεγονότα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης.

Τα βαλκανικά κράτη, που ήταν υπό τουρκική κατοχή, συμμάχησαν και κήρυξαν τον απελευθερωτικό τους αγώνα. Η Ελλάδα από τον Νότο, η Σερβία και η Βουλγαρία από τον Βορρά. Όρια για το μέχρι πού θα έφθανε η κάθε μια Χώρα δεν είχαν ορισθεί στη συμφωνία, ούτε κατά τον άξονα Βορρά-Νότος, ούτε Δύση-Ανατολή, αλλά σκοπίμως αφέθηκε από τις ισχυρότερες τότε δυνάμεις Σερβίας και Βουλγαρίας η «δημιουργική ασάφεια», για να μπορούν να έχουν το πάνω χέρι στη μοιρασιά.

Ο Ελληνικός Στρατός ξεκίνησε με δύο Στρατιές, με Γενικό Αρχιστράτηγο τον Διάδοχο Κωνσταντίνο. Ο κύριος όγκος των δυνάμεων τοποθετήθηκε στο μέτωπο της Μακεδονίας με το Γενικό Στρατηγείο και τον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο και μικρότερες δυνάμεις τέθηκαν στον τομέα της Ηπείρου με Διοικητή τον Αντιστράτηγο Σαπουντζάκη. Η Στρατιά Μακεδονίας ξεκίνησε στις 12 Οκτωβρίου 1912 με πρώτη και καθοριστική μάχη στα Στενά του Σαραντάπορου. Μετά από σφοδρή κατά μέτωπον επίθεση του Ελληνικού Στρατού, οι Τούρκοι εγκατέλειψαν την οχυρωμένη αυτή τοποθεσία και κινήθηκαν προς Βορράν και ο όγκος των δυνάμεών τους προς Ανατολάς προς τα Γιαννιτσά. Εδώ έχει τις ρίζες της η διάσταση Βενιζέλου-Κωνσταντίνου, που οδήγησε στη συνέχεια στον Εθνικό διχασμό. Η Ελληνική Στρατιά Μακεδονίας έχασε την επαφή της με τον εχθρό, μετά τη νίκη στο Σαραντάπορο και συνέχισε την επιθετική της προσπάθεια προς Βορράν. Έγκαιρα όμως πληροφορήθηκε την κίνηση του όγκου των τουρκικών δυνάμεων προς Ανατολάς και εξέδωσε τη σχετική διαταγή επιχειρήσεων.

Αυτή η στροφή του Ελληνικού Στρατού προς Ανατολάς, οι άνθρωποι του Βενιζέλου, θέλησαν να το περάσουν στους Έλληνες ως έμπνευση και απαίτηση του Βενιζέλου. Η κίνηση αυτή της Ελληνικής Στρατιάς υπαγορεύθηκε από τις αρχές του πολέμου και όχι από κάποια «διαίσθηση» του Βενιζέλου. Γιατί η επίτευξη ολοκληρωτικής νίκης επιτυγχάνεται τότε μόνον όταν αποστερείς από τον εχθρό κάθε δυνατότητα να συνεχίσει τον αγώνα. Και τούτο επιτυγχάνεται είτε με την καταστροφή του Στρατού του εχθρού, είτε με την αδρανοποίησή του.

Εκείνο όμως που έπρεπε να ειπωθεί ήταν η επιμονή του Αρχιστράτηγου Διαδόχου Κωνσταντίνου στην «άνευ όρων» παράδοση της πόλεως της Θεσσαλονίκης, παρά τις προτάσεις του Αρχιστράτηγου του τουρκικού στρατού Χασάν Ταξίν Πασσά, διότι αν δεχόταν ο Διάδοχος Κωνσταντίνος έστω κι έναν από τους όρους που έθετε ο Τούρκος Αρχιστράτηγος, η νίκη της Ελληνικής Στρατιάς θα ήταν ελλειπής και θα δημιουργούσε προβλήματα με τους συμμάχους της Ελλάδος, Βουλγαρία και Σερβία. (Σημειωτέον ότι τότε η Ελλάδα είχε σύνορα με τη Σερβία, τη μετέπειτα Γιουγκοσλαβία, γιατί η σημερινή «Βόρεια Μακεδονία» είναι κατασκευή της πρώτης φοράς Αριστερής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ). Και όμως ούτε λέξη δεν ακούστηκε στον λαμπρό αυτό εορτασμό του τριημέρου 26-28 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη για τη σπουδαία νίκη που πέτυχε ο Ελληνικός Στρατός με Αρχιστράτηγο τον Στρατηλάτη Κωνσταντίνο, λες και όλα έγιναν έτσι από μόνα τους. Τον λάτρευε τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο και στη συνέχεια Βασιλέα, ο Στρατός του. Και ήταν τουλάχιστον μικρόψυχοι οι πολιτειακοί, πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες και οι εκπρόσωποί τους στους εορτασμούς της Θεσσαλονίκης, που δεν ανέφεραν ούτε καν το όνομά του.

Για το έπος του 1940, την ενδοξότερη σελίδα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, πάλι παρουσιάστηκε η χώρα ακέφαλη. Ούτε το όνομα του βασιλιά Γεωργίου Β’ ακούστηκε, ούτε το όνομα του Ιωάννη Μεταξά μνημονεύτηκε, ούτε του Αρχιστράτηγου του Ελληνικού Στρατού Αλέξανδρου Παπάγου, που τόσο σπουδαία νίκη κατόρθωσε να επιτύχει, την πρώτη νίκη του ελεύθερου κόσμου κατά του Άξονα.

Αυτή η άξια ηγεσία της Ελλάδος τότε, ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’, ο Πρωθυπουργός και κυβερνήτης Ιωάννης Μεταξάς και ο Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, απουσίαζαν από τις λαμπρές τελετές της Θεσσαλονίκης την 28η Οκτωβρίου 2022. Μικρότητες ηγητόρων και υφηγητόρων.

Ο Ιωάννης Μεταξάς ξεκίνησε την 4η Αυγούστου 1936 ως Δικτάτορας, αλλά στη συνέχεια έγινε Αισυμνήτης, ο άνθρωπος που αναζητούσε ο Ελληνικός Λαός για να τον κατευθύνει προς τη δημιουργία και τη δόξα. Πόσες ζωές πρέπει να έζησε ο Μεταξάς εκείνη τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου 1940, όταν ο Ιταλός πρέσβης του έδινε το τελεσίγραφο παραδόσεως της Ελλάδος! Πόσες σκέψεις πρέπει να πέρασαν από το μυαλό του εκείνη την ώρα, που κουβαλούσε στους ώμους του ολόκληρη την Ελληνική Ιστορία! Αλλά φαίνεται ότι ο Μεταξάς ήταν προετοιμασμένος γι’ αυτήν την υπέρτατη στιγμή της ιστορίας και δεν δίστασε να δώσει την απάντηση που δίνουν διαχρονικά οι Έλληνες ηγέτες από το «Μολών λαβέ» μέχρι το «ΟΧΙ».

Σήμερα όμως η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρότατες απειλές από τον Ανατολίτη, «κακή τη μοίρα», γείτονά της και πρέπει η πολιτειακή, πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του τόπου να είναι έτοιμη να δώσει την αρμόζουσα Ελληνική απάντηση εάν και όταν.

Τάσος Συμιγδαλάς

Εκδότης Ήλεκτρον

Επικεφαλής Κ.Υ.Μ.Α Ελληνισμού

Κίνημα Υπέρ Μνήμης Αξιών Ελληνισμού (Κ.Υ.Μ.Α)

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ