Κάποια ιστορικά γεγονότα που σημαδεύουν εποχές και χαρακτηρίζουν συμπεριφορές, οι οποίες έχουν προβολή στο σήμερα, αποτελούν τους καλύτερους ιχνηλάτες στην πορεία μας στο μέλλον και πρέπει να τα προβάλουμε για να καθορίζουν τα πλαίσια της μελλοντικής μας πορείας.
Ανατρέχουμε στο βιβλίο του Χρήστου Κοσσιώρη «ΕΡΑΝΙΣΜΑΤΑ» τόμος 4ος, (εκδόσεις Ήλεκτρον) «Η Λαοκρατία των 33 ημερών» για να παρουσιάσουμε ένα καθοριστικό γεγονός, που άλλαξε την πορεία των πραγμάτων. Εκεί στις σελίδες 152-159 περιγράφεται με λεπτομέρειες προσώπων και γεγονότων αυτό το καθοριστικό γεγονός, που έχει ως ακολούθως:
Η κατάσταση των υπερασπιστών των Εθνικών Αντιστάσεων έβαινε από μέρα σε μέρα επιδεινούμενη. Νέες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. ενίσχυαν τις ήδη επιχειρούσες, αλλά και η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθούσε να ενισχύση τις αντιστάσεις αυτές με κάθε τρόπο. Σε συννενόηση με τους Βρεττανούς, αποφάσισε να ανασυστήσει τη διαλυθείσα Εθνοφυλακή δια της προσκλήσεως υπό τα όπλα εφέδρων, των κλάσεων 1932-1939, (33-40 ετών), από τις περιοχές που ακόμη δεν είχαν καταληφθεί από τον ΕΛΑΣ, ενώ παράλληλα ζητούσε ενισχύσεις από τους Άγγλους. Ακόμη ο βαρύς οπλισμός της ΙΙΙ Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας, (Ε.Ο.Τ.) βρισκόταν στην Ιταλία και η Ταξιαρχία ζητούσε επίμονα από τους Άγγλους, που ήλεγχαν την κατάσταση στην Ιταλία, να της μεταφέρουν τον βαρύ οπλισμό της για να αντιμετωπίση επιτυχώς τους στασιαστές κομμουνιστές. Και ενώ ο αγώνας συνεχιζόταν σκληρός και άνισος, ας δούμε πώς ένα μεγάλο όχι ολίγων ανδρών έσωσε μια κατάσταση που θα άλλαζε ριζικά την πορεία της Ελλάδος. Ανατρέχουμε στο βιβλίο του Διοικητού τότε της ΙΙΙ Ε.Ο.Τ. Συνταγματάρχου Θρασυβούλου Τσακαλώτου, με τίτλο «1944 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ», (Σελ. 30-33), που εξιστορεί τα γεγονότα που έζησε και γράφει:
«… Αι απώλειαι εκ των συνεχών μαχών υπήρξαν οδυνηραί και ετέθη υπό σκέψιν η απόφασις αποχωρήσεως των αγγλικών δυνάμεων και των υπό τας διαταγάς των ελληνικών, από των Αθηνών προ της απειλής αιχμαλωσίας των ή εκμηδενισμού…. Ο εφοδιασμός καθίστατο δύσκολος. Ενίσχυσις δεν ανεμένετο διότι διεξήγοντο ακόμη επιχειρήσεις εις Ιταλίαν… Πυκναί φάλαγγες κομμουνιστών εσημειώθησαν υπό της αγγλικής αεροπορίας, κινούμεναι νυχθημερόν από τας περιοχάς Κορίνθου, Λαμίας και Θηβών προς Αθήνας…
Λόγω της δραματικής και αυτόχρημα τραγικής καταστάσεως, οι Άγγλοι έλαβον την απόφασιν να εκκενώσουν τας Αθήνας και να συμπτωχθώσι ομού μετά της ΙΙΙ Ταξιαρχίας (Ε.Ο.Τ.), εις περιοχάς του Δέλτα Φαλήρου και του αεροδρομίου Ελληνικού, όπου τη βοηθεία του Στόλου, θα αντιμετώπιζον τας εχθρικάς επιθέσεις και εάν η κατάστασις εξελίσσετο απελπιστικώς, να ήτο εύκολος η επιβίβασις εις πλοία.
Την 20.30 ώραν της 11ης Δεκεμβρίου εκλήθην επειγόντως εις τον Σταθμόν Διοικήσεως της 23ης Αγγλικής Ταξιαρχίας εις τα Ιλίσια, προκειμένου να λάβω γνώσιν μιας εξαιρετικώς επειγούσης διαταγής του Στρατηγού Σκόμπυ. Εις την σύσκεψιν ταύτην, εις την οποίαν παρέστησαν όλοι οι Διοικηταί των Αγγλικών Μονάδων, μετέσχον επίσης ο Επιτελάρχης Αντισυνταγματάρχης Γερ. Λάμαρης, ο Διευθυντής Επιχειρήσεων Ταγματάρχης Καραδήμας και ο υπασπιστής Λοχαγός Λιάνης Κ. Κατά την σύσκεψιν ταύτην μου ανεκοινώθη (αφού ο Στρατηγός Ακράϊτ, Διοικητής Επιχειρήσεων Αθηνών συνώψισε και την αδυναμίαν εφοδιασμού από 15ημέρου), η απόφασις του Αγγλικού Στρατηγείου περί εκκενώσεως των Αθηνών και συγκεντρώσεως των συμμαχικών δυνάμεων εις την περιοχήν του Δέλτα Φαλήρου, εν αναμονή ευνοϊκών συνθηκών. Μου εδόθη δίωρος προθεσμία να σκεφθώ και αναφέρω και η σύσκεψις διεκόπη την 22.30 δια να επαναληφθή την 02.00 ώραν της 12 Δεκεμβρίου 1944. Άπαντες οι Έλληνες Αξιωματικοί έμειναν κυριολεκτικά εμβρόντητοι εις το άκουσμα της αποφάσεως εκείνης. Σαν κινηματογραφική σκηνή πέρασε από το μυαλό μας το αποτέλεσμα της εκτελέσεως μιας τοιαύτης διαταγής. Τα εγκλήματα μετά την αναχώρησίν μας, αι σφαγαί εις τας μέχρι τότε ελευθέρας περιοχάς και προ παντός η πιθανή απώλεια του αγώνος.
Έμειναν σύμφωνοι και οι επιτελείς μου να αντιδράσω έντονα και πάση θυσία, εξηγώντας τα βασικά μειονεκτήματα, τα καταστρεπτικά, μιας τοιαύτης αποφάσεως και τελικώς την δική μας απόφασιν να μην αποχωρήσωμεν. Πράγματι, επαναληφθείσης της συσκέψεως, ετόνισα σχεδόν επί λέξει τα εξής με καταφανή συγκίνησιν δια τον σκοπόν μας και την πιθανήν απόρριψιν της προτάσεώς μου.
«Η ΙΙΙ Ε.Ο.Τ. την οποίαν διοικώ είναι αποφασισμένη να αμυνθή μέχρι τέλους επί του Πατρίου εδάφους. Διεξάγει μέχρι σήμερον ένα άπελπιν αλλά νικηφόρον αγώνα έναντι υπερτέρων εχθρικών δυνάμεων και δεν δύναται να εγκαταλείψει τους νεκρούς της, τους τραυματίας της και τον απελευθερωθέντα πληθυσμόν εις την μήνιν των κομμουνιστών – σφαγέων. Η απόφασίς σας περί συμπτύξεως της Ταξιαρχίας θα σημάνει δια τον εχθρόν Νίκην, την οποίαν μέχρι τούδε δεν επέτυχε, δια δε τα τμήματά μου, εγκταλείποντα ό,τι έχουν προσφιλέστερον, συντριπτικήν κατάπτωσιν του ηθικού. Εάν όμως η απόφασις της εκκενώσεως των Αθηνών είναι οριστική, θα σας παρακαλέσωμεν να μας δώσετε τα όπλα σας δια να συνεχίσωμεν μόνοι μας τον αγώνα. Είμεθα αποφασισμένοι να πολεμήσωμεν και να μην εγκαταλείψωμεν τον Αθηναϊκόν λαόν».
Τελικώς διετύπωσα την θερμήν παράκλησιν να παρουσιασθώ εις τον Στρατηγό Σκόμπυ. Η απάντησις αυτή εδημιούργησε συγκινητικήν ατμόσφαιραν εις τους συγκεντρωμένους και εν συνεχεία εξητάσθη ο τρόπος αντιμετωπίσεως της καταστάσεως. Παραλλήλως υπεβάλαμεν άπαντες οι Διοικηταί έκθεσιν επί των διενεργουμένων επιχειρήσεων…
Την απάντησιν του «ΟΧΙ» δεν εδώσαμεν εική και ως έτυχε. Εγνώριζα ποιούς Αξιωματικούς ή Οπλίτας διώκουν. Ήσαν όλοι εθελονταί θεοποιήσαντες την Ελλάδα και ουδείς τούτων θα εδέχετο να εγκαταλειφθή ο Αθηναϊκός Λαός, ο οποίος προ μηνός τους είχε υποδεχθεί κατά αλησμόνητον τρόπον. Ο στρατηγός Ακράϊτ διέλυσε την συγκέντρωσιν, υποσχεθείς να μεταφέρη τα λεχθέντα εις τον Στρατηγόν Σκόμπυ… Την 12.00 της 12ης Δεκεμβρίου παρουσιάσθην εις τον Πρωθυπουργόν τον κατετόπισα λεπτομερώς, του ανέφερα τας δυνατότητας και αποφάσεις και του υπέβαλα την γνώμην να ενισχύση παρά του Σκόμπυ ως Πρωθυπουργός την πρότασίν μου και την ανάγκην ταχυτάτης μεταφοράς του βαρέως οπλισμού μας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου έμεινε κατάπληκτος και εδήλωσε ότι οπωσδήποτε θα προβεί εις τας επιβεβλημένας ενεργείας…
Την 13ην Δεκεμβρίου παρουσιάσθην με τον Στρατηγόν Ακράϊτ και τους επιτελείς μου Λάμαρην και Καραδήμαν εις τον Στρατηγόν Σκόμπυ, του επανέλαβα την αμετάτρεπτον απόφασίν μας και τον εξώρκισα να μην επιμείνη εις την διαταγήν του. Συνεζητήσαμεν επί του τρόπου επιχειρήσεων. Επεμείναμεν οι Έλληνες επί της ανάγκης προσβολής της Καισαριανής και Κοκκινιάς… Επέμεινα δια την συμμετοχήν της ελληνικής αεροπορίας, η οποία δυστυχώς παρέμεινε μέχρι τέλους των επιχειρήσεων ουδετέρα, λόγω της κεκτημένης από την Μέσην Ανατολήν εις την ηγεσίαν της αεροπορίας αντιλήψεως περί Δημοκρατίας και αριστερισμού. Θα αντιστώμεν -κατέληξα- και άνευ εφοδιασμού επί 15ήμερον και μόλις έλθουν τα πυροβόλα μας θα τους συντρίψωμεν. Ο Στρατηγός Σκόμπυ ο οποίος μετά θρησκευτικής προσοχής με άκουε, ανανεώσας την πληροφορίαν περί αδυναμίας εφοδιασμού, με ευχαρίστησε δια την εκδηλωθείσαν απόφασίν μας, υπεσχέθη δια την ταχυτέραν μεταφοράν των πυροβόλων (τα οποία δυστυχώς μετεφέρθησαν μόλις την 31 Δεκεμβρίου) και θα εσκέπτετο και πάλιν επί της αποφάσεώς του περί συμπτύξεως. Είχε όμως καταστή φανερόν εις ημάς ότι αύτη θα αναεβάλλετο και θα εματαιούτο…».
Έτσι, με το «ΟΧΙ» των μαχητών της ΙΙΙ ΕΟΤ, ματαιώθηκε η εφιαλτική απόφαση περί εγκαταλείψεως των Αθηνών. Οι Ελασίτες είχαν φθάσει πάρα πολύ κοντά στην κατάληψη της εξουσίας τότε, που αν το εγνώριζαν, θα το είχαν οπωσδήποτε επιτύχει.
Τάσος Συμιγδαλάς
Εκδότης Ήλεκτρον
Επικεφαλής Κ.Υ.Μ.Α Ελληνισμού